Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

Τα Μάγια του Μαγιού

Ένα μαγικό ταξίδι στα έθιμα και τα παραμύθια του Μαϊου στο Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης!

Απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας συναντούμε ποικίλα έθιμα για τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς που κρατούν από τα χρόνια τα παλιά, από τότε που οι άνθρωποι πίστευαν στο απίστευτο, όπως και στα παραμύθια…

Ελάτε λοιπόν να γιορτάσουμε το Μάη!
Να κάνουμε ένα μαγικό ταξίδι στα έθιμα και τα παραμύθια του Μαΐου, με συνταξιδιώτες νεράιδες, καλές κυράδες, μάγισσες κι ανεμικές. Να κατασκευάσουμε πρωτότυπα μαγιάτικα στεφάνια και να χορέψουμε!

Αφήγηση παραμυθιών, εικαστικά: Ζωή Νικητάκη
Φλάουτο: Βασίλης Αλαφογιάννης
Σκηνικά: Βασίλης Αλαφογιάννης, Ζωή Νικητάκη

Κυριακή 8 Μαῒου 2011
Κεντρικό Κτήριο (Κυδαθηναίων 17, Πλάκα)
Ώρα έναρξης 11 π.μ.



Πληροφορίες – δηλώσεις συμμετοχής:
210 – 32 23 368
210 – 32 39 813
www.melt.gr
Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

Οι μουσικοί της Βρέμης

"Οι Μουσικοί της Βρέμης" είναι ένα κουκλοθεατρικό έργο της οικογένειας Σοφιανού που πρωτοπαίχτηκε στην "Μικρή Σκηνή", το καλλιτεχνικό κουκλοθέατρο του Ινστιτούτου Γκαίτε.
Το έργο είναι βασισμένο στο ομώνυμο παραμύθι των αδερφών Γκρίμ.

Μπορείτε αν θέλετε να το δραματοποιήσετε με την τάξη σας ή τους φίλους των παιδιών σας.

Το έργο μας αρχίζει!


(Ο γάιδαρος φορτώνεται με πολλά σακιά απο τον αφέντη του, τον μυλωνά)

ΜΥΛΩΝΑΣ–Κάθισε φρόνιμα, τι νευρικό ζώο που είσαι!
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Εάν μου επιτρέπεται, θα σας διορθώσω. Αν ο γάιδαρος έγινε νευρικός δεν φταίει αυτός, αλλά οι άνθρωποι.
ΜΥΛΩΝΑΣ–Τεμπέλη! Θα σου άρεσε να κάθεσαι όλη μέρα και να μην κάνεις τίποτα. Νομίζεις οτι θα σε ταίζω έτσι, για το τίποτα;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Εγώ αφεντικό, θαρρώ πως με ταίσατε περισσότερο ξύλο παρά κριθάρι.
ΜΥΛΩΝΑΣ–Πού ξανακούστηκαν τέτοια λόγια! Τι αχάριστο ζώο!
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Σήμερα το παρακάνατε νομίζω. Με παραφορτώσατε.
ΜΥΛΩΝΑΣ–Για ένα εργατικό ον αυτό δεν θα ήταν καθόλου βαρύ φορτίο. Αλλά βλέπω οτι εσύ τελευταία δεν έχεις πολλές δυνάμεις και αντοχή.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Υπολόγισε, αφεντικό πόσον καιρό κιόλας δουλεύω για σένα. Και μάλιστα χωρίς ποτέ να γκρινιάξω. Μέτρησες ποτέ όλα αυτά τα χρόνια, πόσα σακιά σου μετέφερα ως το μύλο σου;
ΜΥΛΩΝΑΣ–Σαν να μην είχα άλλη δουλειά να κάνω απο το να μετράω τα σακιά.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Εάν κατεβάζατε δύο σακιά το φορτίο θα γινόταν ελαφρότερο.
ΜΥΛΩΝΑΣ–Τετράποδο άχρηστο! Σιγά-σιγά δεν θα μπορείς ούτε ένα σακί να κουβαλήσεις. Θα μου είσαι άχρηστος, ενώ την τροφή σου θα την θέλεις.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–(Ρίχνει όλα τα σακιά κάτω) Αφεντικό κράτα το φαγητό για σένα και κουβάλα τα σακιά μόνος σου στο μύλο. Θα βρώ και αλλού τροφή. Πολλές απαιτήσεις δεν έχω. Είμαι πολύ μετριόφρων γάιδαρος. Θα πάω στην πόλη Βρέμη. Εκεί ψάχνουν για μουσικούς. Εκεί θα πάω να βρω την τύχη μου. Θα μάθω να παίζω λαούτο και μαζί θα τραγουδώ χαρούμενα τραγούδια, γιατί έχω ωραία φωνή...
(Μονολογεί)
Κακά τα ψέματα.
(Δυνατά)
Να λοιπόν, είμαι έτοιμος για το ταξίδι. Καλή τύχη, κυρ' μυλωνά. Ιιά, Ιά.
(Ο γάιδαρος φεύγει. Ο μυλωνάς βρίζει. Από τη μια πόρτα βγαίνει ένας σκύλος τρεχάτος. Σταματάει να πάρει λίγη ανάσα.)
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Γειά σου γείτονα! Γιατί ανασαίνεις έτσι; Έτρεχες μήπως; Ασφαλώς θα έιχες πάει για κυνήγι με το αφεντικό σουτον κυνηγό, ε;
ΣΚΥΛΟΣ–Α, στο κυνήγι δεν πάω πια. Καιρό τώρα. Γεράματα βλέπεις.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Έλα τώρα, μη στεναχωριέσαι.
ΣΚΥΛΟΣ–Μια κουβέντα είναι και αυτή. Δεν ξέρεις τι σημαίνει να ζεις σκυλίσια ζωή. Α! Σίγουρα δεν είναι ζωή αυτή. «Χάσου κοπρόσκυλο» μου είπε το αφεντικό μου. Ακούς εκεί, λέξη!
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Παρηγορήσου, γιατί κι εγώ τα ίδια τράβηξα.
ΣΚΥΛΟΣ–Το καλύτερο που έχω να κάνω είναι να το σκάσω. Αλλά πού να πάω. Είμαι ένας ταλαιπωρημένος σκύλος. Πώς θα βγάζω το ψωμί μου;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Με τη μουσική!
ΣΚΥΛΟΣ–Δηλαδή τί; Να χτυπάω νταούλια σε διάφορα πανηγύρια;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Ακριβώς.
ΣΚΥΛΟΣ–Φαίνεται οτι δεν είσαι στα καλά σου.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Δεν τα έχω καθόλου χαμένα. Εγώ πηγαίνω στην πόλη Βρέμη να γίνω μουσικός.
ΣΚΥΛΟΣ- Και γιατί;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Γιατί το αφεντικό μου ο μυλωνάς με παίδεψε όλα τα χρόνια.
ΣΚΥΛΟΣ–Ώστε κι εσύ κάνεις σκυλίσια ζωή;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Θα έλεγα γαιδουρίσια ζωή. Ξέρεις κάτι, έλα κι εσύ μαζί. Γίνε μουσικός. Εσύ θα παίζεις τύμπανο κι εγώ λαούτο.
ΣΚΥΛΟΣ–Ναι αυτό θα ήταν κάτι. Το τύμπανο! Καλή ιδέα. Όπως άκουσα πληρώνονται καλά οι ντραμίστες σήμερα.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Κι εγώ το άκουσα αυτό.
ΣΚΥΛΟΣ–Θα μπορούσαμε να ανοίξουμε και εστιατόριο στη Βρέμη. Εσύ τι λές; Θα το ονομάζαμε «Ο μαύρος σκύλος». Πώς σου φαίνεται αυτή η ιδέα;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Έλα να συνεχίσουμε το δρόμο μας και τα λέμε καθώς θα προχωράμε.
ΣΚΥΛΟΣ–Κάνε μου όμως μια χάρη. Μην τρέχεις. Μπορεί να έχω τέσσερα πόδια αλλά δεν είναι τόσο μακριά σαν τα δικά σου.

(Αλλαγή σκηνικού. Βλέπουμε μια γάτα σε ένα παράθυρο με γυαλιά στα μάτια να πλέκει, ενώ τα ποντίκια χορεύουν γύρω της. Η γάτα τους τραγουδάει. Παίζει μουσική).

ΓΑΤΑ–Αχ, όταν ήμουν νέα ανέβαινα στις σκεπές των πιο ψηλών σπιτιών. Και τόσο γρήγορα, που δεν μπορούσε να με δει κανείς. Παραμόνευα. Κι όλα τα ποντίκια τότε τα κατάφερνα με μια δαγκωνιά!... Σήμερα, δεν καταφέρνω τίποτα χωρίς πονηριά.

(Ακούγεται η σπιτονοικοκυρά να φωνάζει απο μέσα)

ΣΠΙΤΟΝΟΙΚΟΚΥΡΑ–Τι, τα ποντίκια χορεύουν και εσύ κάθεσαι και τα κοιτάς; Και δεν φτάνουν όλα αυτά παρά πλέκεις κιόλας ατάραχη και διηγείσαι ιστορίες απο τα νιάτα σου. Τι να την κάνω τη γάτα, που δεν μπορεί να κυνηγήσει ούτε ένα ποντίκι; Εμπρός, αδειασέ μου την γωνιά. Και να μην ξαναφανείς εδώ!

(Η γάτα βάζει το καπέλο της και σταματά στο κατώφλι κλαίγοντας)

ΓΑΤΑ–Αυτή ήταν η αμοιβή μου. Το ευχαριστώ της για όσα έκανα. Με έδιωξε.
ΣΚΥΛΟΣ–Κυρά γειτόνισσα, γιατί κάνετε έτσι, τί πάθατε;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Τι σου συμβαίνει αλήθεια;
ΓΑΤΑ–Ποιός μπορεί να είναι χαρούμενος όταν κινδυνεύει η ζωή του;
ΣΚΥΛΟΣ–Μα πες μας επιτέλους, τί έγινε;
ΓΑΤΑ–Επειδή λόγω ηλικίας, δεν βλέπω τόσο καλά, επειδή τα δόντια μου δεν είναι πια τόσο μυτερά, και επειδή προτιμώ να κάθομαι πίσω απο την ωραία ζεστή σόμπα, παρά να κυνηγώ ποντίκια, με έδιωξε η σπιτονοικοκυρά μου. Και τώρα τι γίνεται; Πού να πάω;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Έλα μαζί μας στη Βρέμη. Εσύ έχεις ειδικότητα στη μουσική τη νύχτα.
ΣΚΥΛΟΣ–Ναι έλα. Και εμάς δε μας θέλουνε πια τα αφεντικά μας.
ΓΑΤΑ–Δεν μου μένει τίποτα άλλο. Έρχομαι λοιπόν, μαζί σας.
ΚΟΚΟΡΑΣ–Κικιρίκικι! Κικιρίκικι!
ΣΚΥΛΟΣ–Ποιός φωνάζει έτσι; Τι κραυγές είναι αυτές;
ΓΑΤΑ–Είναι ο κόκορας του Μπάρμπα-Θανάση.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Ε, τι σε έπιασε εσένα; Οι κραυγές σου είναι τρομερές. Είναι κραυγές ζωής και θανάτου.
ΚΟΚΟΡΑΣ–Κικιρίκικι! Είχα πει ότι θα έχουμε καλό καιρό. Η σπιτονοικοκυρά μου ήθελε να το ξέρει για να απλώσει τα πλυμένα ρούχα. Εγώ το είπα για να την ευχαριστήσω. Ο καιρός όμως χάλασε και τα ρούχα γέμισαν λάσπες. Έχει τα νεύρα της εξαιτίας μου. Έπαθε και το κακό με τα ρούχα. Και τώρα... Κικιρίκικι!
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Και τώρα;
ΚΟΚΟΡΑΣ–Τώρα περιμένω την εκτέλεσή μου.
ΣΚΥΛΟΣ–Την εκτέλεσή σου;
ΚΟΚΟΡΑΣ–Ναι, το βράδυ θα με σφάξει η μαγείρισσα και αύριο θα με φτιάξουν σούπα για τους επισκέπτες τους. Κικιρίκικι!
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Γι’αυτό λοιπόν φωνάζεις; Όσο έχεις καιρό;
ΣΚΥΛΟΣ–Κοκοροκέφαλε! Έλα καλύτερα μαζί μας στην Βρέμη. Εκεί θα βρεις σίγουρα, κάτι καλύτερο απο το θάνατο.
ΓΑΤΑ–Έχεις καλή φωνή, θα συνθέσουμε μουσική ποιότητας μαζί. Εξάλλου είμαστε τέσσερις τώρα. Σωστό κουαρτέτο.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Καλά τα λέει η συνάδελφος. Ακολουθείς λοιπόν;
ΚΟΚΟΡΑΣ–Μα βέβαια και θα έρθω.
ΣΚΥΛΟΣ–Τι όνομα θα δώσουμε στο συγκρότημά μας; Τι θα λέγατε για το «οι ηχούντες τετράποδες», καλό δεν είναι;
ΚΟΚΟΡΑΣ–Εγώ όπως ακριβώς θα διαπιστώσετε, αγαπητοί συνάδελφοι, έχω μόνο δύο πόδια.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Ας αφήσουμε τώρα αυτές τις συζητήσεις. Η πόλη Βρέμη είναι πολύ μακριά. Σήμερα θα φτάσουμε το βράδυ στο δάσος, όπου και θα διανυκτερεύσουμε. Ας μην αργοπορούμε λοιπόν.
ΣΚΥΛΟΣ–Στο δρόμο μπορούμε να τραγουδάμε.Κι έτσι θα κάνουμε και την πρόβα μας.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Ας τραγουδήσουμε λοιπόν!
(Αρχίζει το τραγούδι) Ο γάιδαρος πεινάει,
αρχίζει και κλωτσάει.
ΚΟΚΟΡΑΣ–Τον καλό τον πετεινό,
θα τον κάνανε ψητό.
ΣΚΥΛΟΣ–Η κοιλιά μου γουργουρίζει,
φαγητό είναι που μυρίζει.

(Αλλαγή σκηνικού-βρίσκονται στο δάσος)

ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Το δάσος είναι βέβαια ωραίο. Πράσινο, αλλά και πολύ σκοτεινό. Ας διανυκτερεύσουμε εδώ.
ΣΚΥΛΟΣ–Να, εκεί μπροστά είναι ένα μεγάλο δέντρο. Πώς σας φαίνεται;
ΓΑΤΑ–Ο πάγκος πίσω από τη σόμπα μου άρεσε καλύτερα.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Ο σκύλος κι εγώ θα ξαπλώσουμε κάτω από το δέντρο.
ΓΑΤΑ–Εγώ θα βολευτώ πάνω σε ένα κλαδί.
ΚΟΚΟΡΑΣ–Κι εγώ θα πετάξω στην κορυφή του δέντρου. Εκεί είναι το πιο ασφαλές μέρος για μένα.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Σας εύχομαι τότε καλή νύχτα.
ΚΟΚΟΡΑΣ–(Απο την κορφή του δέντρου) Κικιρίκικι!
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Τι έγινε πάλι;
KOKOΡΑΣ–Βλέπω ένα φως... Κικιρίκικι...Φώς!
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Τί φώς είναι αυτό;
ΚΟΚΟΡΑΣ–Από ένα σπίτι εδώ κοντά.
ΣΚΥΛΟΣ–Σπίτι μέσα στο δάσος; Θα είναι του δασοφύλακα.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Τότε καλύτερα να πάμε σε αυτό το σπίτι. Θα ζητήσουμε άσυλο για τη σημερινή νύχτα. Εδώ δεν είναι και πολύ άνετα.
ΣΚΥΛΟΣ–Μερικά κοκαλάκια με λίγο κρεατάκι επάνω, θα μου έκαναν καλό.
ΓΑΤΑ–Γιατί αυτή η πολυλογία; Δεν οφελεί σε τίποτα. Ας ξεκινήσουμε τώρα αμέσως για το σπίτι.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Να, πλησιάζουμε. Α, τι ωραίο σπίτι!
ΣΚΥΛΟΣ–Κοίταξε μέσα από το παράθυρο, Σταχτή μου. Εσύ είσαι άλλωστε, ο πιο ψηλός του συγκροτήματος.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Ω, τι βλέπω!
ΟΛΟΙ–Τι βλέπεις;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Τέσσερις ληστές τρώνε και μεθούν μπροστά σε ένα τραπέζι με όλα τα αγαθά του Θεού στρωμένα μπροστά τους. Κρασί, τυρί, σαλάμια..
ΣΚΥΛΟΣ–Και από κρέας τίποτα;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Βλέπω κάθε είδους ψητά και τηγανιτά κρέατα.
ΓΑΤΑ–Βλέπεις μήπως τους ληστές να κρυώνουν;
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Καθόλου. Έχουν μια τεράστια σόμπα δίπλα τους.
ΓΑΤΑ–Ω! Ένα τραπέζι με όλα τα καλά, φαγητά, ποτό και ζέστη!
ΣΚΥΛΟΣ–Αυτό είναι το σωστό για μας. Ό,τι βρίσκουν αυτοί νόστιμο να το βρίσκουμε κι εμείς. Και μάλιστα πιο νόστιμο ακόμη.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Έχω μια ιδέα.

(Ψιθυρίζουν πολύ ώρα σιγανά μεταξύ τους. Ακούγονται ληστές να τρώνε και να κουβεντιάζουν)

ΛΗΣΤΕΣ (Τραγουδούν)
(Τα τέσσερα ζώα κάθονται το ένα πάνω στο άλλο μπροστά στο παράθυρο. Ορμάνε μέσα στο σπίτι. Πέφτει πολύ ξύλο. Φωνές φασαρία. Οι ληστές το βάζουν στα πόδια. Φεύγουν από το σπίτι τρέχοντας).

ΛΗΣΤΕΣ–Βοήθεια! Τι τρέχει; Φαντάσματα! Ας φύγουμε, να σωθούμε στο δάσος.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Έφυγαν οι ληστές.
ΣΚΥΛΟΣ–Κι εμείς μπορούμε, ήσυχα τώρα να στρωθούμε στο φαγητό.
ΓΑΤΑ–Ω! Τί λιχουδιές!
ΚΟΚΟΡΑΣ–Κικιρίκικι! Μπορώ να σας πω κάτι; Αγαπητοί συνάδελφοι, σε αυτό το σπίτι υπάρχει χώρος για όλους μας. Υπάρχει ακόμα πάρα πολύ φαγητό και ποτό στις αποθήκες. Υπάρχει καθαρός αέρας και ησυχία. Κικιρίκικι! Δεν πιστεύω να είμαστε το ίδιο τυχεροί αν μείνουμε στη Βρέμη. Προτείνω να μείνουμε εδώ. Κικιρίκικι! Τους ληστές δεν θα τους αφήσουμε να ξαναπατήσουν το πόδι τους εδώ.
ΟΛΟΙ–Ναι, ναι! Εδώ θα μείνουμε. Ας πιούμε στην υγειά τους. Εβίβα!
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Kαλή όρεξη λοιπόν. Αλλά ας βάλουμε και λίγη μουσική. Τότε το φαΐ θα μας φανεί πιο νόστιμο.
(Παλιό γραμμόφωνο παίζει)
ΣΚΥΛΟΣ–Καλό το φαγητό. Ώρα για ύπνο τώρα.
ΓΑΙΔΑΡΟΣ–Ναι, αλλά θα πρέπει να ξαγρυπνήσουμε. Αν γυρίσουν οι ληστές πρέπει να τους διώξουμε.
(Τα ζώα ξαπλώνουν μπροστά σε πόρτες. Οι ληστές έρχονται σιγά-σιγά. Τα ζώα ορμούν επάνω τους. Οι ληστές υποχωρούν, φεύγουν. Βλέπουμε τους 4 ληστές μαζεμένους να μιλούν ψυθιριστά).
1ος ΛΗΣΤΗΣ–Μας έδιωξαν τα άγρια αυτά πνεύματα απο το σπίτι μας.
2ος ΛΗΣΤΗΣ–Είδατε τι άγρια πρόσωπα που είχαν;
3ος ΛΗΣΤΗΣ–Εγώ δεν ξαναγυρνάω στο σπίτι. Το ένα φάντασμα μου δάγκωσε το πόδι.
4ος ΛΗΣΤΗΣ–Α! Κι εμένα τον πισινό.
3ος ΛΗΣΤΗΣ–Κι εμένα με γρατσούνισε στο πρόσωπο.
2ος ΛΗΣΤΗΣ–Πρέπει να ήταν και ένας δικαστής φάντασμα. Στεκόταν με το ένα πόδι σε ένα ξύλο και φώναζε: Κλεί-κλείστε τούς κατε.. κατε.. κατεργάρηδες στη φυλακή!
1ος ΛΗΣΤΗΣ–Ας φύγουμε από εδώ. Ας πάμε όσο γίνεται πιο μακριά. Κάπου που δεν θα μπορούν να μας βρουν αυτά τα φοβερά φαντάσματα!


ΤΕΛΟΣ
Τρίτη 26 Απριλίου 2011

Ο Κλούβιος και η Σουβλίτσα - Το γλυκό

Πρωτού αρχίσουμε όμως, ας πούμε ορισμένα λόγια για τους ήρωες και τον εμπνευστή τους. Η ζωγράφος Ελένη Θεοχάρη-Περράκη ίδρυσε το 1939 στην Αθήνα το «Θέατρο Κούκλας Αθηνών». Ο βασικός χαρακτήρας του θεάτρου ήταν ο Μπάρμπα-Μυτούσης και τα δυο αγαπημένα του ανήψια, ο Κλούβιος και η Σουβλίτσα.

Ο Μπάρμπα-Μυτούσης ήταν ένας καλόκαρδος χαρακτήρας που πάντα βοηθούσε τα δύο ανηψάκια του, τον τεμπέλη και γκρινιάρη Κλούβιο και την έξυπνη και καταφερτζού Σουβλίτσα.

Η φιγούρα του Μπάρμπα-Μυτούση καθιερώθηκε στη κατοχή όταν το κουκλοθέατρο ήταν μια φτηνή διασκέδαση για τον κόσμο που περνούσε τα μύρια όσα. Η Ελένη Θεοχάρη-Περράκη στις αρχές του '40 παρουσίασε στο κουκλοθέατρο έργα του Μολιέρου και διασκευές της Ιλιάδας και της Οδύσσειας του Ομήρου.

Την 1η Νοεμβρίου του 1966, ο Κλούβιος και η Σουβλίτσα έκαναν την πρώτη τηλεοπτική τους εμφάνιση στην κρατική τηλεόραση και μάλιστα ήταν η πρώτη παιδική σειρά που βγήκε στον αέρα! Τα επεισόδια είχαν διάρκεια 15 λεπτών στο ξεκίνημά τους αλλά σύντομα έγιναν ημίωρα. Η σειρά είχε ψυχαγωγικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα, αφού οι ήρωες μάθαιναν από τον αγαπημένο τους θείο αρκετά πράγματα. Οι ηθοποιοί Ελένη Κοτσίρη, Εφη Πρωτονοτάριου και Κούλα Κατσούρη δάνειζαν τις φωνές τους. Η σκηνογραφία ήταν της Ανθούλας Ξανθού - Σταυριανού.

Ο Μπάρμπα-Μυτούσης, ο Κλούβιος και η Σουβλίτσα διασκέδαζαν τα παιδιά επί 46 χρόνια, αποκτώντας τη φήμη του ποιοτικού παιδικού θεάτρου κούκλας.

Εμείς σήμερα, σας παρουσιάζουμε μια ιστορία του Κλούβιου και της Σουβλίτσας από το βιβλίο «Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού», μέρος πρώτο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975. Για να παίξετε αυτό το θεατρικό θα χρειαστείτε τρεις κούκλες. Η αφήγηση μπορεί να γίνει χωρίς κούκλα.


Το γλυκό

Ο μπαρμπα-Μυτούσης αγαπά πολύ τα δυο του ανεψούδια: τον Κλούβιο και την Σουβλίτσα. Πρέπει όμως να ’χει μεγάλη υπομονή και με τους δυο. Η Σουβλίτσα είναι άτακτη, ακατάστατη και σκανταλιάρα – ένα μικρό ζιζάνιο.
Ο Κλούβιος είναι λίγο τεμπέλης. Του αρέσει να ξαπλώνεται στα μαξιλάρια και στους καναπέδες, όπως τα γατάκια. Είναι και λίγο φοβιτσιάρης. Μπουμ! να του κάνει η Σουβλίτσα, ξαφνιάζεται. Φοβάται τα σκοτάδι, τα ποντίκια, τις βροντές.
Η Σουβλίτσα δεν φοβάται τίποτα. Κι έτσι μπορεί να τον πειράζει με όλα αυτά. Όταν είναι οι δυο τους στο σπίτι, ο μπαρμπα-Μυτούσης στήνει πάντοτε αυτί. Μόλις καθίσει και φορέσει τα γυαλιά του για να διαβάσει την εφημερίδα, κάτι θα γίνει, ένας κρότος, κάποια φασαρία. Πρέπει να σηκωθεί και να τρέξει να δει τι συμβαίνει… Νά! όπως τώρα. Τι θόρυβος είν’ αυτός; Από ποια μεριά έρχεται; Από την κουζίνα; Ίσως να ’ναι η γάτα… Όχι! Τώρα νιαούριζε στην αυλή. Ο μπαρμπα-Μυτούσης είναι ανήσυχος. Περίεργο! Θα ’λεγε κανείς πως έπεσε το μισό σπίτι… Η πόρτα της κουζίνας κλειστή. Προσπάθησε να την ανοίξει.
– Σουβλίτσα… φωνάζει. Ξεκλείδωσε γρήγορα την πόρτα της κουζίνας.
– Μπαρμπούλη μου, δεν είναι κλειδωμένη. Στάσου… έπεσε το σκαμνί στην πόρτα, γι’ αυτό δεν ανοίγει. Μπλέχτηκα πάλι.
Μα πώς να μην μπλεχτεί. Τίποτε όρθιο δεν είχε μείνει στην κουζίνα.
Ο μπαρμπα-Μυτούσης μισάνοιξε την πόρτα και κοίταζε.
Η Σουβλίτσα έτριβε μια το γόνατό της και μια τον αγκώνα της.
Ο Κλούβιος κρυμμένος κάτω από το τραπέζι. Γύρω του όλα κάτω. Ο τρίφτης, η σχάρα, το τρυπητό, η κουτάλα. Ο μπαρμπα-Μυτούσης ξύνει το κεφάλι του. (Έτσι κάνει πάντα όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά.)
– Σουβλίτσα, λέει. Τι είναι εδώ μέσα;
– Μπαρμπούλη, κουζίνα ήτανε. Μη μου θυμώνεις, θα ξαναγίνει πάλι.
– Εκεί κάτω από το τραπέζι κάποιος κουνιέται. Μήπως είναι η γάτα;
– Εγώ είμαι, Μπαρμπούλη, ο…ο…Κλούβιος…
– Σήκω επάνω, έβγα από την κρυψώνα τέλος πάντων. Σουβλίτσα! αυτό το σπασμένο βάζο με το γλυκό, τι είναι;
Η Σουβλίτσα κομπιάζει. Κατεβάζει το κεφαλάκι της. Μια κοιτάζει το βάζο, μια τον μπαρπα-Mυτούση, μια τον Kλούβιο.
– Mπαρμπούλη μου... Aυτό το βάζο, αυτό το βάζο… μα γι’ αυτό το βάζο έγινε όλη η ιστορία.
Άρχισε η Σουβλίτσα να τα μπερδεύει.
– Είναι ένας μήνας τώρα που μας το ’στειλε απ’ το χωριό η θεία Βγενή. Το είχα ξεχασμένο. Ξαφνικά το θυμήθηκα. Ήτανε πολύ καλά κρυμμένο στο πάνω ράφι μέσα στο γουδί. Όλο αυτόν τον καιρό δεν κάναμε και καμιά σκορδαλιά βλέπεις…
Ξερόβηξε ο Μπαρμπούλης, αλλά η Σουβλίτσα δε σταμάτησε. Ανέβηκα στο τραπέζι, που λες, να το πάρω. Τεντώθηκα να το φτάσω. Όλα πηγαίνανε καλά ώς εκεί. Τη στιγμή που έπιανα το γουδί, άκουσα φτέρνισμα… Έκανα πίσω να δω ποιος είναι… και πάρ’ την κάτω την Σουβλίτσα μαζί με το βάζο και ό,τι άλλο ήταν στο ράφι.
Καλά να πάθει… φώναξε ξαφνικά Ο Κλούβιος. Καλά να πάθει γιατί θα το ’τρωγε όλο μονάχη της.
– Και τι κατάλαβες; Μήπως έφαγες εσύ τώρα; του λέει η Σουβλίτσα.
Ο μπαρμπα-Μυτούσης χτυπάει ανυπόμονα το πόδι του… Δεν είναι καθόλου ευχαριστημένος.
– Σουβλίτσα, έμενα να κοιτάς κι όχι τον Κλούβιο τώρα που σου μιλώ. Δεν μου λες, γιατί το έκρυψες;
– Να σου πω, Μπαρμπούλη. Νά! όταν έχουμε γλυκό το τρώνε οι ξένοι… Έρχεται ο κυρ Χρίστος. Λες: «Φέρτε του κυρ Χρίστου μια κουταλιά γλυκό με το νερό…» Πάει μια κουταλιά. Έρχεται η κυρα-Φρόσω· της λες: «Μη φύγεις, Φρόσω μου, πριν φας ένα γλυκό…» Πάει δεύτερη κουταλιά… Έρχεται ο Γιαννάκης· λες: «Δώστε στο παιδί μια μεγάλη κουταλιά γλυκό». Μια…δυο…τρεις… αδειάζει το βάζο με το γλυκό…
Όσο τα ’λεγε αυτά, είχε φουντώσει η Σουβλίτσα, τα μαγουλάκια της κοκκίνισαν, αλλά δεν έπαψε να μιλά.
– Γλυκό από εδώ, γλυκό από εκεί, εμείς μόνο το βάζο βλέπουμε.
Ο Μπαρμπούλης έγινε σκεπτικός. Μήπως είχε κάποιο δίκιο η Σουβλίτσα; Ναι… αλλά…αλλά γιατί να κρύψει το γλυκό. Ύστερα μπορούσε να χτυπούσε σαν έπεφτε. Κούνησε το κεφάλι, κοίταξε και τους δυο και είπε:
– Σουβλίτσα…
Κι εκείνη, παραπονεμένα:
– Ναι, Μπαρμπούλη, δεν ήτανε βλέπεις τυχερό να φάω πάλι γλυκό!
Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

Ο κάβουρας και η αλεπού

Ήταν κάποτε ένας κάβουρας σε μια ακρογιαλιά. Εκεί μαζί του ζούσαν πολλά καβούρια ανάμεσα στους βράχους και στα φύκια.

Τα καβούρια ό,τι κι αν έκαναν το έκαναν μαζί. Έβγαιναν για λίγο στην αμμουδιά ως εκεί που έφτανε το κύμα και έπειτα ξαναγυρνούσαν στις φωλιές τους. Πότε τα σκέπαζε και πότε τα ξεσκέπαζε η θάλασσα. Όλα μαζί τα καβούρια, έτρωγαν, έπαιζαν, κοιμόντουσαν. Κι εκεί στις πιο βαθιές σπηλίτσες ή κάτω από βραχάκια κρύβονταν όταν ένιωθαν κάποια απειλή. Κι έτσι κυλούσε η ζωή τους.

Αλλά αυτός ο κάβουρας είχε βαρεθεί να ζει όπως όλα τα άλλα καβούρια. Όταν ανέβαιναν στην ακρογιαλιά και έτρεχαν να ξαναπέσουν στο νερό, αυτός αργοπορούσε και καμιά φορά. Προχωρούσε λίγα μέτρα παραπάνω στην αμμουδιά διότι ήθελε να δει πως είναι ο κόσμος της στεριάς. Μάλιστα είχε βαρεθεί τόσο πολύ, που μια μέρα αποφάσισε να μην ξαναγυρίσει στη θάλασσα!

Προχώρησε ως την αμμουδιά μέχρι που βρήκε ένα ποταμάκι που κυλούσε ανάμεσα στις πέτρες. Ανέβηκε στην κοίτη του ποταμού για να δει τι υπάρχει παραπέρα. Έτσι έφτασε σε ένα δάσος. Παραξενεύτηκε διότι ποτέ στη ζωή του δεν είχε δει κατάρτια καραβιών γεμάτα από τόσα φύκια (ήταν δέντρα βέβαια, αλλά έτσι τα έβλεπε ο κάβουρας)!

Καθώς προχωρούσε θαυμάζοντας αυτά που έβλεπε γύρω του, τον είδε μια πεινασμένη αλεπού. Τότε αυτή με μιάς πήδησε πάνω του για να τον φάει...

"Καλά να πάθω" είπε ο καημένος ο κάβουρας "Αφού ήμουν θαλασσινός, τι γύρευα στη στεριά;"

Θα σου αρπάξω την ουρά

Τώρα που η άνοιξη μπήκε για τα καλά και ο ήλιος έξω λάμπει, είναι κρίμα να καθόμαστε μέσα στο σπίτι και να χαλάμε άσκοπα το χρόνο μας βλέποντας τηλεόραση! Μαζέψτε τους φίλους σας λοιπόν και πάμε στο πάρκο να παίξουμε ένα πολύ διασκεδαστικό παιχνιδάκι!

Το κάθε παιδάκι θα πρέπει να έχει μαζί του ένα μαντήλι, μια πετσετούλα ή ένα χαρτομάντηλο ξεδιπλωμένο, το οποίο θα στερεώσει στο πίσω μέρος του παντελονιού του ώστε να κρέμεται σαν να ήταν ουρά (στην πίσω τσέπη ή στη ζώνη). Αφού όλα τα παιδιά έχουν κρεμάσει τις ουρές τους, δίνεται το σύνθημα και το κυνηγητό αρχίζει! Σκοπός του παιχνιδιού είναι να αρπάξουν όσες περισσότερες ουρές μπορούν, προφυλάσσοντας ταυτόχρονα τη δική τους!

Το παιχνίδι αυτό είναι κατάλληλο και για παιδιά προσχολικής ηλικίας.
Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Γιατί βάφουμε κόκκινα τα αυγά το Πάσχα;

Υπάρχει ένα περιστατικό στο οποίο αποδίδεται ο λόγος που βάφουμε τα πασχαλινά αυγά κόκκινα. Όταν διαδιδόταν από στόμα σε στόμα ότι αναστήθηκε ο Χριστός, κανείς δεν το πίστευε. Μάλιστα μια γυναίκα, που κρατούσε στο καλάθι της αυγά, φώναξε: "Αποκλείεται να αναστήθηκε! Όπως τα αυγά δεν μπορούν από άσπρα να γίνουν κόκκινα, έτσι και οι νεκροί δεν μπορούν να αναστηθουν!" Και ως εκ θαύματος τα αυγά της έγιναν κόκκινα!

Στην Κέρκυρα διηγούνται μια αστεία ιστορία πως όταν αναστήθηκε ο Χριστός, πρώτα πρώτα το άκουσαν κάτι αυγά. Αμέσως άρχισαν την τρεχάλα να το διαδώσουν παντού και από το πολύ τρέξιμο έγιναν
κατακόκκινα!
Μία εξήγηση που δίνεται λέει ότι η Παναγία πήρε ένα καλάθι αυγά και τα πρόσφερε στους φρουρούς Του Υιού της, ικετεύοντάς τους να του φέρονται καλά. Όταν τα δάκρυά της έπεσαν πάνω στα αυγά, αυτά βάφτηκαν κόκκινα!
Μία άλλη ιστορία συνδέει το κόκκινο χρώμα με τη Μαρία Μαγδαληνή. Όταν ο Ρωμαίος αυτοκράτορας ενημερώθηκε για την Ανάσταση του Χριστού, τη θεώρησε τόσο απίθανη "όσο και το να βαφτούν τα αυγά κόκκινα". Η Μαρία Μαγδαληνή τότε, χρωμάτισε μερικά αυγά κόκκινα και του τα πήγε για να του επιβεβαιώσει το γεγονός.
Μερικοί πάλι πιστεύουν ότι τα αυγά βάφονται κόκκινα σε ανάμνηση του αίματος του Χριστού, που χύθηκε για εμάς τους ανθρώπους.
Κόκκινες βελέντζες και κόκκινα μαντίλια κρεμούσαν τη Μεγάλη Πέμπτη στην Καστοριά οι γυναίκες για το καλό. Κόκκινο πανί έβαφαν μαζί με τα αυγά τους στη Μεσημβρία και το κρεμούσαν στο παράθυρο για σαράντα μέρες, για να μην τους πιάνει το μάτι.
Το βάψιμο των αυγών γινόταν τη Μεγάλη Πέμπτη γι αυτό και τη λέγαν Κόκκινη Πέφτη ή Κοκκινοπέφτη. Παλιότερα το συνήθιζαν κι αποβραδίς, πάντοτε όμως τα μεσάνυχτα, με το ξεκίνημα της νέας μέρας. Καινούρια πρέπει να ήταν η κατσαρόλα που θα έβαφαν τα αυγά και ο αριθμός τους ορισμένος και τη μπογιά τη φύλαγαν σαράντα μέρες και δεν την έχυναν, ακόμα και τότε, έξω από το σπίτι.
Το πρώτο αυγό που έβαφαν ήταν της Παναγίας και το έβαζαν στο εικονοστάσι. Με αυτό σταύρωναν τα παιδιά από το κακό το μάτι. Σε μερικά μέρη έβαζαν σε ένα κουτάκι τόσα αυγά όσα ήταν τα μέλη της οικογένειας και τα πήγαιναν το βράδυ στην εκκλησία, για να διαβαστούν στα 12 Ευαγγέλια. Τα άφηναν κάτω από την Αγία Τράπεζα ως την Ανάσταση και τότε καθεμιά έπαιρνε τα δικά της. Αυτά τα αυγά ήταν "ευαγγελισμένα" και τα τσόφλια τους τα παράχωναν στους κήπους και τις ρίζες των δέντρων για να καρπίσουν. Παρόμοια τύχη είχαν και τα αυγά που έκαναν οι κότες τη Μεγάλη Πέμπτη. Άμα η κότα ήταν μαύρη, ακόμα καλύτερα. Είχαν θαυμαστές ιδιότητες και μπορούσαν να διώξουν κάθε κακό. Τα αυγά τα Μεγαλοπεφτιάτικα περνούσαν τον πονόλαιμο, φύλαγαν το αμπέλι από το χαλάζι, έδιωχναν μακριά το σκαθάρι.
Οι γυναίκες και τα κορίτσια στόλιζαν τα αυγά, τα "έγραφαν", τα "κεντούσαν".
Πάνω στα άσπρα αυγά έγραφαν με λειωμένο κερί ευχές, σχεδίαζαν σκηνές από τη ζωή του Χριστού, πουλιά κ.ά. Έριχναν μετά τα αυγά στην κόκκινη μπογιά και μέχρι να λειώσει το κερί έμεναν τα γράμματα και τα σχέδια άσπρα. Τα "ξομπλωτά" ή "κεντημένα" αυγά, που τα λέγαν στη Μακεδονία και "πέρδικες", μια και συχνά είχαν πάνω τους πουλιά, ή ίσως και γιατί ξεχώριζαν, όπως κι οι πέρδικες, για την ομορφιά τους, θύμιζαν συχνά μικρογραφίες.
Αυτά έστελναν δώρο οι αρραβωνιασμένες στο γαμπρό και οι βαφτισιμιές στους νονούς και τις νονές τους, σε όλα τα αγαπημένα πρόσωπα.
Άλλοτε πάλι τα κορίτσια πρόσθεταν στα αυγά φτερά από χρωματιστό χαρτί, ουρά και μύτη από ζυμάρι και τα κρεμούσαν στο ταβάνι, έτοιμα να πετάξουν.
Σάββατο 16 Απριλίου 2011

Το Αλογάκι: Ένα Σκακιστικό Ιστολόγιο για Παιδιά

Καλωσορίζουμε το Αλογάκι, ένα ιστολόγιο αφιερωμένο στα σκάκι για παιδιά!

Το σκάκι είναι ένα ιδιαίτερο παιχνίδι το οποίο, καθώς είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο, μπορεί να διευρύνει τις πνευματικές ικανότητες οποιουδήποτε παιδιού που στοιχειωδώς ασχολείται με αυτό.
Επομένως το σκάκι μπορεί να ενταχθεί ως μια επιπρόσθετη διαδικασία στα πλαίσια ενός εκπαιδευτικού συστήματος ή προγράμματος που ενθαρρύνει τη δημιουργική σκέψη.
Επιπλέον το σκάκι, που εκτός από εκπαιδευτικό έχει και ψυχαγωγικό χαρακτήρα, είναι ιδανικό εργαλείο στα χέρια του εκπαιδευτικού που έχει διαπιστώσει μαθησιακές δυσκολίες σε μαθητές.
Μέσα από το σκάκι ο εκπαιδευτικός μπορεί να εισάγει τους μαθητές με τρόπο ευχάριστο και δημιουργικό σε έννοιες όπως η αναλυτική σκέψη, η μνήμη, η επίλυση προβλημάτων κ.ά.

Επισκευτείτε το Αλογάκι για περισσότερες πληροφορίες.
Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

Πασχαλινό Παζάρι στα Βριλήσσια

Την Κυριακή 10 Απριλίου από τις 10 το πρωί μέχρι τις 3 το μεσημέρι, ο Σύλλογος Γονών και Κηδεμόνων του 6ου Νηπιαγωγείου Βριλησσίων κάνει παζάρι στην πλατεία Αναλήψεως με λαμπάδες, καλάθια, γλυκά, σπιτικά κουλούρια και πολλές ιδέες για τα πασχαλινά δώρα μας.

Ας περάσουμε μια βόλτα να ενισχύσουμε τη σπουδαία αυτή προσπάθεια!

Λεξωτικά

Λεξωτικά! Ένα ευχάριστο νέο για όλα τα Κρητικόπουλα!

Η Παιδική Λέσχη Ανάγνωσης αποτελεί μία μόνιμη εκπαιδευτική δράση του Τμήματος Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης η οποία πραγματοποιείται με επιτυχία για τρίτη συνεχή χρονιά και απευθύνεται σε μαθητές της Ε΄ και Στ΄ τάξης του δημοτικού. Αφορμή για τη δημιουργία της Λέσχης στάθηκε ο εορτασμός για την Παγκόσμια Ημέρα Μουσείων 2008, με τον γενικό τίτλο: «Τα Μουσεία ως παράγοντες κοινωνικών αλλαγών και εξέλιξης». Η λέσχη υλοποιείται μία φορά το μήνα ημέρα Σάββατο με σκοπό την ανάγνωση, την συζήτηση και την υλοποίηση πολυποίκιλων δραστηριοτήτων πάνω σε επιλεγμένα βιβλία.

Ο τρόπος που λειτουργεί η Λέσχη είναι ο εξής: Έπειτα από ενδελεχή έρευνα, επιλέγονται τα βιβλία που φαίνονται ενδιαφέροντα και ταιριάζουν στην αισθητική της Λέσχης. Από αυτά, αφού διαβαστούν, άλλα απορρίπτονται και άλλα εγκρίνονται. Το βιβλίο που εν τέλει θα επιλεχθεί, προτείνεται στα Λεξωτικά, τα οποία συναντιόνται μία φορά το μήνα, ημέρα Σάββατο. Τα παιδιά, οφείλουν να διαβάσουν το βιβλίο που τους προτείνεται, ως την επόμενη συνάντηση η οποία διαρκεί δύο ώρες.

Στόχος αυτής της δραστηριότητας είναι η καλλιέργεια από την παιδική ήδη ηλικία μιας δημιουργικής σχέσης με το διάβασμα, προκειμένου να προωθηθεί η φιλαναγνωσία με ευχάριστο και ευρηματικό τρόπο. Έτσι η συνήθεια της ανάγνωσης γίνεται μέρος της καθημερινότητας των παιδιών, προκειμένου να διατηρηθεί η στενή επαφή με το διάβασμα και επομένως μεγαλώνοντας να θεωρήσουν αυτονόητη και προσωπική επιλογή την συντροφιά του βιβλίου.

Συντονίστρια της Λέσχης Ανάγνωσης είναι η αρχαιολόγος- μουσειοπαιδαγωγός, υπεύθυνη στο Τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Ι.Μ.Κ., Φανή Καμπάνη, με την καθοδήγηση της οποίας τα παιδιά διαβάζουν επιλεγμένα βιβλία της ελληνικής και παγκόσμιας παιδικής λογοτεχνίας και κατόπιν εκφράζονται δημιουργικά μέσα από ποικίλες δραστηριότητες όπως θέατρο, συγγραφή, εκφραστική ανάγνωση, εικαστικές δημιουργίες.

Αγαπημένη συνήθεια των Λεξωτικών: Υποβρύχιο Μαστίχα από το Καφέ του Μουσείου!

      
Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

Μελοδύσσεια - Μια μουσική ιστορία για νέους

Ο Σύλλογος «Οι Φίλοι της Μουσικής» και η «Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος - Βίβιαν Βουδούρη» υλοποίησαν την Μελοδύσσσεια.

Το ψηφιακό πρόγραμμα «ΜελΟδύσσεια: μια μουσική ιστορία για νέους» είναι μια διαδικτυακή διαδραστική εφαρμογή για την ιστορία της δυτικοευρωπαϊκής μουσικής από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα. Το πρόγραμμα αποσκοπεί στο να εισάγει και να εξοικειώσει με την κλασική μουσική τους μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τους σπουδαστές ωδείων, καθώς και όσους αγαπούν τη μουσική και βρίσκονται στα πρώτα στάδια της γνωριμίας τους με αυτή, μέσω της μελέτης σημαντικών συνθετών, έργων και μορφών που θεωρούνται σταθμοί στην εξέλιξη της δυτικοευρωπαϊκής έντεχνης μουσικής.


Στόχοι του προγράμματος

  • Να δημιουργηθεί ένα ζωντανό και διαδραστικό εργαλείο για την διδασκαλία της Ιστορίας της Μουσικής στα ελληνικά, προσβάσιμο από την τάξη, το ωδείο ή το σπίτι.
  • Να αφυπνιστεί το ενδιαφέρον των μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για μια μουσική παράδοση που συχνά θεωρούν «βαρετή», «ξένη», «παρωχημένη», «δύσκολη».
  • Να αξιοποιήσει και να διαθέσει σπάνιο υλικό της Βιβλιοθήκης, μέσω της ψηφιοποίησής του, σε άλλες ομάδες πέραν του ακαδημαϊκού κοινού.
  • Να τοποθετήσει αυτή την μουσική στο γενικότερα πλαίσιο του σχολικού προγράμματος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, συνδέοντας την με τα μαθήματα της Ιστορίας, της Γλώσσας και των Επιστημών.
  • Να φέρει τον εκπαιδευτικό της μουσικής σε επαφή με τις υπηρεσίες και δυνατότητες της Βιβλιοθήκης αλλά και να διευκολύνει την διαδικασία της διδασκαλίας καθώς όλο το υλικό (ήχος, βίντεο, εικόνες, κείμενα) θα είναι συγκεντρωμένο σε αυτή την εύκολα προσβάσιμη πηγή.

Βίρα τις άγκυρες!

Το Μικρό Καράβι είναι φορτωμένο με θησαυρούς από την Ελληνική προφορική παράδοση. Ταξιδέψτε μαζί του!

Thalatta Seaside Hotel

Club Agia Anna

Εθνικό Ωδείο Ν.Ψυχικού

Despina's Home Ideas

Κτήμα Πανταζή

Παιδική Βιβλιοθήκη

Παιδικό Μουσείο

Σπαθάρειο